Κυκλοφορεί κάθε Πέμπτη στα περίπτερα με τον «ΤΗΛΕΘΕΑΤΗ»
Ο Μιτχάτ αποφασίζει να ακολουθήσει την καρδιά του και παντρεύεται τη Σεϊράν, έχοντας στο πλευρό του μόνο τη Μελέκ και τα ανίψια του. Ο Ομέρ φεύγει φαντάρος, χωρίς να συμφιλιωθεί με τον παππού του, ενώ ο Αλπάι καταφέρνει για μία ακόμη φορά να τους αναστατώσει όλους.
Παρά το πρόβλημα της υγείας της, η Μελέκ στηρίζει τον αδελφό της, ο οποίος είναι αποφασισμένος να παντρευτεί με τη Σεϊράν, παρά τις αντιρρήσεις των δικών τους. Ο γάμος γίνεται κρυφά και το παρών δίνουν μόνο η Μελέκ, τα παιδιά της και οι φίλοι τους. Την ίδια στιγμή στη στοά, ο Αλπάι, που έχει μάθει ότι κάνουν ετοιμασίες για την τελετή περιτομής του μικρού του γιου, τσακώνεται με τον Σεγιτ Αλί. «Χρησιμοποιείτε το παιδί εναντίον μου. Ό,τι κι αν κάνετε, το παιδί είναι δικό μου. Βάλτε το καλά στο μυαλό σας αυτό!», του φωνάζει. «Γίνε άνθρωπος και φέρσου σαν πατέρας!», του απαντά ο πρώην πεθερός του και ο καβγάς φουντώνει. Παράλληλα, η Ντεφνέ πείθει τον Ομέρ να πάει να μιλήσει με τον παππού του πριν καταταγεί στο στρατό, ενώ ο Μαχμούτ, έπειτα από προτροπή του πατέρα του, συναντιέται με τον Μιτχάτ και του δίνει τα χρήματα για το καρότσι που του χάλασε. «Τα λεφτά δεν ξεπληρώνουν τον πόνο που προκάλεσες», του λέει εκείνος και αρνείται να τα πάρει.
Ο Ομέρ πηγαίνει αποφασισμένος στον παππού του, αλλά, δυστυχώς, ο Τζουμαλί δεν είναι διατεθειμένος να κάνει πίσω. Έτσι, φεύγει στενοχωρημένος, αφού δεν καταφέρνει να συμφιλιωθεί μαζί του. Λίγο αργότερα, πηγαίνει και στο αρχοντικό, προκειμένου να αποχαιρετήσει και τον Σεγίτ Αλί, από τον οποίο ζητά συγγνώμη αν τον στενοχώρησε. Την επόμενη μέρα, όλοι έχουν μαζευτεί στο αρχοντικό για την τελετή περιτομής του μικρού Σεγίτ Αλί, ενώ ο Ομέρ αποχαιρετά τους δικούς του στο αεροδρόμιο πριν φύγει για το στρατό. Ο Τζουμαλί, που δεν ήθελε να ρίξει τον εγωισμό του, παρακολουθεί από μακριά τον εγγονό του. Στη συνέχεια, όλοι γλεντούν στο αρχοντικό, όταν ξαφνικά εμφανίζεται ο Μιτχάτ, κρατώντας από το χέρι τη Σεϊράν, και ανακοινώνει ότι παντρεύτηκαν. «Αφού κάνεις ό,τι θέλεις, ζήσε και όπως θέλεις. Αυτό πια δεν είναι το σπίτι του», του λέει ο πατέρας του και τον διώχνει. Πριν προλάβουν να ηρεμήσουν τα πνεύματα, εμφανίζεται και ο Αλπάι. Παίρνει ένα λοστό κι αρχίζει να σπάει το αυτοκίνητο που είναι παρκαρισμένο έξω από το αρχοντικό. «Αρχίσατε να διασκεδάζετε χωρίς να έρθει ο μπαμπάς του παιδιού;», τους ρωτά.